Αποκαλύπτοντας τα αισθήματά μας
Τα μωρά ξεκαρδίζονται όταν τα πετάν στον αέρα. Τα παιδιά γελάνε με τους παλιάτσους του τσίρκου και με τους περίεργους θορύβους. Εμείς γελάμε όταν μας γαργαλάνε ή όταν γαργαλάμε κάποιον άλλον. Τα αστεία, οι κωμικοί που τα λένε, και τα προγράμματα της τηλεόρασης που τους παρουσιάζουν, όλα αυτά προκαλούνε γέλιο. Γελάμε με τις παραδοξολογίες των άλλων, γελάμε όταν συναντάμε ένα φίλο ύστερα από πολλά χρόνια, γελάμε όταν είμαστε ερωτευμένοι, όταν έχουμε πιει, όταν είμαστε ευτυχισμένοι, νευρικοί ή και ντροπαλοί. Καμιά φορά γελάμε και όταν είμαστε λυπημένοι. Το γέλιο είναι μια από τις εκδηλώσεις των συναισθημάτων που διαφοροποιεί το ανθρώπινο γένος από όλα τα άλλα - φαίνεται ότι τα ζώα δεν γελάνε ποτέ. 
Τα συναισθήματα "φωτίζουν" το πως αισθανόμαστε, δίνουν χρώμα στη συμπεριφορά μας και στα λόγια μας. Πολλές φορές "έχουμε τις μαύρες " μας. Μια σοβαρή έκφραση πολύ πιθανό θα προκαλέσει την ερώτηση "Τι συμβαίνει;". 
Αν ένας άνθρωπος είναι συνέχεια σοβαρός και ανέκφραστος, στο τέλος οι άλλοι θα τον θεωρήσουν ψυχολογικά διαταραγμένο. 
Όπως και με τα κίνητρα, ο ορισμός των συναισθημάτων είναι δύσκολος. Είναι μια υποκειμενική ψυχολογική κατάσταση που συχνά θεωρείται η φανερή έκφραση των κίνητρων. Όταν λέμε ότι είμαστε "ταραγμένοι", εννοούμε ότι κάτι μας στενοχώρησε και μας ενόχλησε. Αυτό το συναίσθημα συνήθως προκαλείται από περιβαλλοντικά ερεθίσματα που δεχόμαστε μέσα από γνωστικές ή βιολογικές μεταβλητές. 
Ο φόβος, η οργή, το μίσος, η έκσταση, είναι έντονα συναισθήματα. Όσο πιο μεγάλη η ένταση τους, τόσο πιο πολύ αποδιοργανώνουν την ομαλή συμπεριφορά μας. Είναι γνωστό ότι η ανικανότητα να χειριστούμε τις συναισθηματικές αντιδράσεις μας οδηγεί σε ψυχικές διαταραχές και ψυχοσωματικές αρρώστιες. 
Από την άλλη μεριά, τα θετικά συναισθήματα όπως η αγάπη, η στοργή, η τρυφερότητα, δημιουργούν εποικοδομητικές και ικανοποιητικές σχέσεις και κάνουν τη ζωή μας ευχάριστη. 
Ο Δαρβίνος πίστευε ότι μερικά πρότυπα συναισθηματικής έκφρασης είναι έμφυτα και στα ζώα και στους ανθρώπους. Άλλα η σημασία αυτών των εκφράσεων διαφέρει από πολιτισμό σε πολιτισμό και, καμιά φορά, από κατάσταση σε κατάσταση. Τα δάκρυα μπορεί να σημαίνουν λύπη ή χαρά. "Θρηνούμε" όταν λυπόμαστε, άλλα "κλαίμε" από τη χαρά μας. 
   Τα συναισθήματα 
Στις δυτικές κοινωνίες, πολλά από τα πράγματα που θέλουμε να πούμε, τα εκφράζουμε με σιωπηλά, μη λεκτικά μέσα επικοινωνίας. Άλλα τα "σήματα" δε διαβάζονται πάντα εύκολα. "Απλά" συναισθήματα, όπως η έκπληξη, η ευτυχία, η λύπη ή ο θυμός αναγνωρίζονται εύκολα από τους περισσότερους ανθρώπους, και όσο μεγαλώνουμε τόσο το αναγνωρίζουμε με μεγαλύτερη ευκολία. Για να μπορέσουμε όμως να αναγνωρίσουμε πιο περίπλοκα συναισθήματα, όπως απορία ή ενόχληση, πρέπει να ξέρουμε το πλαίσιο που τα περιβάλλει. Τα δάκρυα σε ένα γάμο, σε μια κηδεία ή σε μια κωμωδία, αποχτούν τη σημασία τους και την εκφραστική τους αξία από το ερέθισμα που τα προκαλεί. 
Για να "διαβάσουμε" τα συναισθήματα των άλλων, βασιζόμαστε σε εμφανή εξωτερικά στοιχεία, όπως η έκφραση του προσώπου και οι κινήσεις του σώματος. Άλλα στην περίπτωση των δικών μας συναισθημάτων, έχουμε και άλλα, εσωτερικά στοιχεία στη διάθεσή μας. Είμαστε σε θέση να καθορίσουμε με ακρίβεια τα συναισθήματά μας; 
Αυτή την "αναταραχή" που αισθανόμαστε την αποδίδουμε πολύ συχνά σε σωματικές αλλαγές που συνδέονται με έντονα συναισθήματα. "Φοβάμαι - η καρδιά μου χτυπάει" ή "Ανησυχώ - το στομάχι μου πονάει". Δυο επιστήμονες, οι Τζαίημς και Λάγκ, στα 1880, ήρθαν σε αντίθεση με την παραπάνω άποψη, υποστηρίζοντας ότι το συναίσθημα είναι το αποτέλεσμα των σωματικών αλλαγών και όχι η αιτία. 
Σύμφωνα με τις απόψεις τους, ένας επιτιθέμενος ταύρος προκαλεί μέσα μας μια αναταραχή που ακολουθείται από φόβο. Όταν βλέπουμε τον ταύρο, αρχίζουμε να τρέχουμε και επειδή τρέχουμε, αρχίζουμε να φοβόμαστε. Με την ίδια λογική, οι άνθρωποι θυμώνουν επειδή τσακώνονται και αισθάνονται λύπη επειδή κλαίνε. 
Οι περισσότεροι θα έλεγαν ότι αυτά είναι ανοησίες ή θα ρωτούσαν "Και τι είναι αυτό που μας κάνει να τρέχουμε, να τσακωνόμαστε ή να κλαίμε; " Άλλα το ερώτημα αυτό άργησε πολύ να τεθεί. Τελικά ο φυσιολόγος Ούωλτερ Κάννον αμφισβήτησε αυτή τη θεωρία αποδεικνύοντας ότι οι σωματικές αλλαγές γίνονται με πολύ πιο αργό ρυθμό από ότι πίστευαν μέχρι τότε. Από την άλλη μεριά το συναίσθημα το νιώθουμε αμέσως. "Αν λοιπόν στην αντίληψη μας το συναίσθημα προηγείται της σωματικής αλλαγής, πως είναι δυνατόν να προκαλείται από αυτή; Πέρα από αυτό, ο Κάννον απέδειξε ότι οι φυσιολογικές λειτουργίες δε διαφέρουν για κάθε συναίσθημα. Τέλος, σε ένα πολύ έξυπνο πείραμα, ο Κάννον έκανε ένεση αδρεναλίνης σε εθελοντές χωρίς να τους πει τι πρόκειται να τους συμβεί. Οι εθελοντές δεν μπόρεσαν να αισθανθούν τη διέγερση που συνδέεται με την απότομη αύξηση της αδρεναλίνης. 
Σήμερα, η θεωρία του Κάννον, ότι τα συναισθήματα δεν καθορίζονται μόνο από βιολογικές αντιδράσεις, είναι παραδεκτή και, φυσικά, συμφωνεί με την κοινή λογική (που όμως δεν είναι πάντα ο πιο αξιόπιστος οδηγός). 
Δεν διαφοροποιούμε τις διάφορες συναισθηματικές μας καταστάσεις μόνο με βάση τις σωματικές αλλαγές. Για παράδειγμα, οι "αναταραχές" που συνοδεύουν το συναίσθημα του φόβου (αύξηση αδρεναλίνης, σακχάρου, αναπνοής, ροής του αίματος, συστολές των κοιλιακών τοιχωμάτων και των αιμοφόρων αγγείων, διαστολή της κόρης) είναι οι ίδιες και στον θυμό και σε άλλες καταστάσεις διέγερσης. Φυσιολογικές διαφορές ανάμεσα στα συναισθήματα υπάρχουν την ώρα που τα εκφράζουμε. Όταν εκφράζουμε θυμό ή εχθρότητα, τα επινεφρίδια εκκρίνουν αυξημένη ποσότητα νοραδρεναλίνης. Όταν ο θυμός δεν εκφράζεται ανοιχτά, τότε τα επινεφρίδια εκκρίνουν αυξημένη ποσότητα αδρεναλίνης. 
Ενώ οι σωματικές αλλαγές καθορίζουν την ένταση του συναισθήματος, χρησιμοποιούμε ενδείξεις από το περιβάλλον για να ορίσουμε την ποιότητά του, δηλαδή το τι αισθανόμαστε. "Ας υποθέσουμε ότι οι συναισθηματικές μας αντιδράσεις βασίζονταν αποκλειστικά στη φυσιολογική επανατροφοδότηση, δηλαδή σε συμπτώματα όπως αυξημένος καρδιακός παλμός, μεγαλύτερη αρτηριακή πίεση, συχνουρία, ναυτία, εμετός, διάρροια κτλ. Ενώ στην πραγματικότητα όλα αυτά είναι φυσιολογικές αλλαγές που ακολουθούν το κάπνισμα μαριχουάνας, οι περισσότεροι από μας θα τα ερμηνεύαμε σαν εκδηλώσεις κάποιου αρνητικού συναισθήματος, γιατί απλούστατα δε θα ξέραμε τις συνθήκες που τα προκάλεσαν και ακόμα γιατί η στάση μας και ο κοινωνικός τρόπος που σκεπτόμαστε καθορίζουν το πως ερμηνεύουμε τα συναισθήματά μας.